- 28.09.2011
- "Μέσα από τις ταινίες αγγίζεις κάποια πράγματα με πιο βαθιές ρίζες κι όχι απαραίτητα του σήμερα"
Επικοινώνησα με τον σκηνοθέτη Δημήτρη Αθανίτη και την ηθοποιό Νικολίτσα Ντρίζη με αφορμή την πρεμιέρα της ταινίας «Τρεις Μέρες Ευτυχίας» στις Νύχτες Πρεμιέρας. Διαβάζοντας το μπλογκ της ταινίας είδα πως ό,τι αφορά τον κινηματογράφο στην Ελλάδα μοιάζει να έχει ήδη ειπωθεί. Μήπως όμως ξεχάσαμε τον άνθρωπο στην Ελλάδα; Θα τον βρούμε κι αυτόν σε μια χαλαρή κουβέντα για την ελληνική οικογένεια, την κινηματογραφική διαίσθηση και τα…σενάρια επιβίωσης.
ελc: Στην ταινία κυριαρχεί η οικογένεια, μια οικογένεια – δεσμώτης.Δ.Α.: Ναι, η οικογένεια είναι το θέμα της ταινίας, σε μια κοινωνική βέβαια διάσταση. Η οικογένεια όπως έχει λειτουργήσει είναι βασικός παράγοντας διαμόρφωσης της ελληνικής κοινωνίας. Κάπου όμως χάνεται η συλλογικότητα και το κοινωνικό όραμα. Υπάρχει η αίσθηση ότι είμαστε μια σειρά από οικογένειες, νησίδες μικροσυμφερόντων και απλά συνυπάρχουμε. Αυτό το βλέπεις παντού - και στην πολιτική, όπου δυο- τρεις οικογένειες κυβερνούν για τόσα χρόνια. Για μένα εκεί είναι η ουσία, το απόλυτα επίκαιρο και η καρδιά του προβλήματος που ζούμε σήμερα. Αν δεν υπάρχει η αίσθηση του κοινωνικού ιστού, δεν μπορεί κανείς να προχωρήσει, να επικοινωνήσει.
Ν.Ν.: Είναι δεσμά που πρέπει να σπάσεις. Δεν είναι εύκολο, πρέπει να περάσεις μεγάλη διαδικασία αμφισβήτησης προκειμένου να εξελιχθείς σαν άνθρωπος. Να τραβήξεις το δρόμο σου μόνος σου. Για μένα η ρήξη είναι ευχής έργο. Βέβαια κατάλοιπα πάντα υπάρχουν. Μεγαλώνοντας εγώ ας πούμε συνειδητοποιώ πως μοιάζω πάρα πολύ στη μαμά μου, σε πράγματα που δεν θέλω. Εκεί χρειάζεται άλλη δουλειά ο καθένας με τον εαυτό του: Τι τα κάνεις αυτά που μένουν, πώς μπορείς να πορευτείς με ή χωρίς αυτά.
ελc: Κι όμως, διαβάζω ότι με τις δυσκολίες τώρα ο Έλληνας στρέφεται περισσότερο προς την οικογένεια, είτε για οικονομία είτε για παρηγοριά.Ν.Ν.: Είναι οξύμωρο να λέμε ότι τώρα στρέφεται, γιατί ο Έλληνας πάντα το είχε το δέσιμο αυτό, ποτέ δεν είχε ξεφύγει απ’ την οικογένεια. Ίσως ακούγεται λίγο καχύποπτο, αλλά νομίζω ότι είναι μόνο για οικονομικούς λόγους ανάγκης, επιβίωσης.
Δ.Α.: Έχω την αίσθηση ότι πάμε προς τα πίσω, κι εκεί η οικογένεια έχει παίξει ΤΟΝ καθοριστικό ρόλο. Επαναπαύεσαι σε ένα εύκολο μαξιλάρι. Και τελικά αυτό που σου περνάνε είναι ένα κακέκτυπο του ίδιου του εαυτού τους
ελc: Η ταινία σου δείχνει την παρακμή μιας κοινωνίας, συνέπεσε ουσιαστικά με την τωρινή μας κατάσταση. Δ.Α.: Την ετοιμάζω καιρό τώρα, οπότε ως ένα σημείο είναι χρονική σύμπτωση, αλλά στο χώρο της τέχνης λειτουργεί κανείς διαισθητικά. Ενδεικτικά το ‘93 έκανα την πρώτη ταινία μικρού μήκους «Φιλοσοφία»: Οι πόλεμοι στα βαλκάνια επεκτείνονται, η οικονομία καταρρέει, ο πρόεδρος κηρύσσει πτώχευση και βγαίνει σε ένα διάγγελμα και λέει η μόνη δραστηριότητα που μας απέμεινε είναι η φιλοσοφία. Τότε είχε πάρει βραβείο φανταστικού σινεμά στη Δράμα. Σήμερα είναι πραγματικό. Μέσα από τις ταινίες αγγίζεις κάποια πράγματα με πιο βαθιές ρίζες κι όχι απαραίτητα του σήμερα. Την απλή καταγραφή της πραγματικότητας θα την κάνει κάποιος άλλος, όχι η τέχνη που μετουσιώνει, πάει σε άλλο επίπεδο
ελc: Ενοχές, φόβο με την κρίση έχετε;Ν.Ν.: Φόβο για τη μελλοντική κατάσταση σίγουρα. Όχι τόσο όσο θέλουν - η τρομοκρατία των ΜΜΕ είναι φοβερή, και μόνο τίτλους να διαβάζεις θες να αυτοκτονήσεις! Η αλλαγή θα είναι επίπονη και θα μας κοστίσει πολύ. Ενοχή δεν έχω, θεωρώ όμως ότι η ευθύνη της γενιάς μου είναι ότι για χρόνια μέναμε αδιάφοροι και αυτό ήταν τρόπος ζωής. Τώρα επιβάλλεται να ενημερωνόμαστε και να ασχολούμαστε με το τι γίνεται γύρω μας.
Δ.Α.: Δεν μπορεί να ανακαλύπτεις ξαφνικά μια κρίση στα καλά καθούμενα. Απλώς δεν ήθελες να τη δεις εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Γύριζες αλλού το βλέμμα Εγώ γενικά είμαι βαθιά αισιόδοξος, καμιά φορά μπορεί να είναι κι επικίνδυνο αυτό. Έχω βάλει σαν πρώτη αξία τον χρόνο και συνειδητοποιώ ότι ζω απίστευτα πλουσιοπάροχα και άνετα, γιατί έχω τον χρόνο μου και τον ζω όπως θέλω. Αλλά θέλω να πιστεύω ότι είναι μια ευκαιρία για ν’ αλλάξουν τα πάντα, τουλάχιστον να κριθούν από την αρχή. Φοβάμαι ότι το πρόβλημά μας είναι πολύ παλιό, γιατί και η αίσθηση που έχουμε για την ιστορία μας, μετά την αρχαιότητα, είναι ίσως πλαστά φτιαγμένη για να μας χαϊδέψει. Σαν λαός είμαστε βαθύτατα κομπλεξικοί και αλλοτριωμένοι, ντρεπόμαστε να χρησιμοποιήσουμε ακόμα και τη γλώσσα μας.
ελc: Η Νικολίτσα στην ταινία υποδύεται την Ιρίνα που κατά κάποιο τρόπο συνδέει τις ιστορίες μεταξύ τους. Πώς έγινε η επιλογή;Δ.Α.: Είναι ωραίο το πώς έγινε. Είναι από αυτές τις μαγικές συμπτώσεις, μια υπόγεια αίσθηση που σε φέρνει σε επαφή με κάποιον και νιώθεις ότι όλα πάνε καλά. Την είχα δει σε μια ταινία λίγο underground που ελάχιστοι την είχαν προσέξει. Ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό σαν εικόνα, σαν ρόλος, αλλά μου είχε κάνει εντύπωση. Αν δεν την έβρισκα στο casting θα την αναζητούσα και μόνος μου. Η Νικολίτσα έχει κάτι πολύ κινηματογραφικό, μια πολύ έντονη αίσθηση και αυτό βέβαια είναι το βλέμμα της.
Ν.: Ναι, αυτό έχει πλάκα. Γιατί κι εγώ όταν είδα το casting είπα ότι αυτό έχει ενδιαφέρον, μην το χάσω με τίποτε. Έφυγα σκαστή από τη δουλειά για να μην το χάσω. Γινόταν της τρελής, είχε άπειρο κόσμο, θα έπρεπε να περιμένω κάνα δυο ώρες και είπα «παιδιά σας παρακαλώ, δέκα λεπτά γιατί έχω δουλειά», άφησα το βιογραφικό και έφυγα.
ελc: Τι σε γοήτευσε στο ρόλο της Ιρίνα;Ν.Ν.: Ότι γεννήθηκε σε εντελώς αντίξοες συνθήκες, κανένα ενδεχόμενο αισιοδοξίας για τη ζωή της, δε σταματά όμως ούτε λεπτό ν’ αγωνίζεται. Έχει κρατήσει ένα κομμάτι της φωτεινό σε σχέση με το πώς ζει - και ονειρεύεται ακόμα! Το έχει κρατήσει ατόφιο αυτό, δεν το έχει μολύνει, δεν παραιτείται ποτέ.
Δ.Α.: Οι γυναίκες στην ταινία δεν παραιτούνται ούτε από τα στοιχειώδη, ούτε από το όνειρο. Έτσι και στην πραγματικότητα. Επιμένουν να αγωνίζονται από μια χειρότερη και πολύ δύσκολη θέση. Οι άντρες συμβιβάζονται πιο γρήγορα, ενώ τα πράγματα δεν είναι τόσο αυστηρά γι’ αυτούς. Ο ρόλος, η ζωή, οι επιλογές της γυναίκας σήμερα είναι απείρως πιο δύσκολα. Γι΄ αυτό διάλεξα ηρωίδες-γυναίκες. Δεν υπάρχει κάτι πια που η κοινωνία δεν θωρεί προαπαιτούμενο, που να τους το χαρίζει: Να είναι ωραίες, έξυπνες, ικανές, να βγάζουν λεφτά, να στέκουν μόνες τους... Στην ταινία η συμπεριφορά των αντρών πληγώνει τις γυναίκες. Μια κοπέλα πχ πρόκειται να παντρευτεί και ο γαμπρός κάνει σεξ με μια ρωσίδα που του φέρνουν στο bachelor party. Λες έλα μωρέ, δεν είναι λόγος να το διαλύσει. Αν το έκανε όμως η γυναίκα τι θα γινόταν; Θα ήταν έτσι απλά; Σχεδόν είναι αποδεκτά αυτά!
ελc: Η ταινία έχει έντονες σκηνές σεξ κι είχα πάντα την απορία πώς νιώθει ο ηθοποιός αλλά και οι δικοί του άνθρωποι με αυτές;Ν.Ν.: Από τη στιγμή που γυρίζεις κάτι, δεν υπάρχουν δύσκολα και εύκολα. Επιφανειακά μπορείς να πεις ότι μια τέτοια σκηνή είναι πιο δύσκολη από το να κάτσεις σε ένα τραπέζι με έναν απλό διάλογο. Αλλά το αντιμετωπίζεις χωρίς πολλές σκέψεις, αλλιώς δεν πρόκειται ποτέ να είσαι χαλαρός! Τυχαίνει και με τους συναδέλφους μου να έχω πολύ καλή σχέση, είχαμε κάνει πρόβες, είχαμε μιλήσει πολύ με τον Δημήτρη, κι έτσι αισθανόμουν άνετα. Οι σκηνές που φοβόμουν ήταν άλλες. Τώρα για το πώς νιώθουν οι άλλοι, δεν ξέρω. Πάντως η μαμά μου δεν το έχει δει ακόμα, της έχω μόνο πει 2-3 πράγματα…
Δ.Α.: Ναι, είναι όντως περίεργο. Έχει συμβεί και σε μένα, αλλά κυρίως με ηθοποιό που αλλάζει τελείως συμπεριφορά γιατί έχει δεχθεί μια πίεση, ζήλεια από τρίτο πρόσωπο. Πάντως οι θεωρητικά πιο απλές σκηνές είναι πιο δύσκολες - δεν κάνεις κάτι, αλλά κοιτάζεσαι με τον άλλον. Το κλειδί είναι το ιδίωμα του κινηματογραφικού ηθοποιού, ο ψυχισμός που βλέπω στο βλέμμα του και η Νικολίτσα όπως είπαμε το έχει αυτό σαν αίσθηση, όπως και τα άλλα δύο κορίτσια. Αυτό είναι κάτι δυσεύρετο. Οι σπουδές στις δραματικές σχολές δεν περιλαμβάνουν την κινηματογραφική παιδεία. Θα έπρεπε όμως. Είναι μεγάλη η δύναμη του σινεμά, βάζει έναν μεγεθυντικό φακό πάνω στον ηθοποιό και εκείνος έχει τεράστια δύναμη πάνω στο κοινό, γράφει άμα τη εμφανίσει του, χωρίς να μιλήσει καν.
ελc: Υπάρχει αυτοβιογραφικό στοιχείο στα έργα σου; Μου έρχεται στο νου το «Αντίο Βερολίνο», με τον σκηνοθέτη που έρχεται στην Ελλάδα και μπλέκει!
Δ.Α.: Ήταν ένα αυτοσαρκαστικό σχόλιο για κάποιον που έχει όνειρα, σχέδια, θέλει να κάνει σινεμά. Στη δε αίθουσα που έδειχνε, το Alcazar που δεν υπάρχει πλέον, πήγαινα από μικρός - εκεί είχα δει τον «Κομφορμίστα», την ταινία που με έκανε ν’ ασχοληθώ με το σινεμά. Ξεκινούσα κι εγώ από το μηδέν, ήμουν outsider, αλεξιπτωτιστής. Και, ξέρεις, δεν είναι εύκολο ούτε προφανές να μπεις στο χώρο του σινεμά, δε σε περιμένουν με ανοικτές αγκάλες. Είναι δύσκολο, αλλά τελικά νομίζω ότι αυτό το μοντέλο που πλάσαρα, του ανεξάρτητου κινηματογραφιστή, θα γίνει σχεδόν ανάγκη για τους περισσότερους.
http://www.elculture.gr/Articles/ElcMAG/athanitis-3-meres-eftihias/fullstory.php?id=44075
ελc: Στην ταινία κυριαρχεί η οικογένεια, μια οικογένεια – δεσμώτης.Δ.Α.: Ναι, η οικογένεια είναι το θέμα της ταινίας, σε μια κοινωνική βέβαια διάσταση. Η οικογένεια όπως έχει λειτουργήσει είναι βασικός παράγοντας διαμόρφωσης της ελληνικής κοινωνίας. Κάπου όμως χάνεται η συλλογικότητα και το κοινωνικό όραμα. Υπάρχει η αίσθηση ότι είμαστε μια σειρά από οικογένειες, νησίδες μικροσυμφερόντων και απλά συνυπάρχουμε. Αυτό το βλέπεις παντού - και στην πολιτική, όπου δυο- τρεις οικογένειες κυβερνούν για τόσα χρόνια. Για μένα εκεί είναι η ουσία, το απόλυτα επίκαιρο και η καρδιά του προβλήματος που ζούμε σήμερα. Αν δεν υπάρχει η αίσθηση του κοινωνικού ιστού, δεν μπορεί κανείς να προχωρήσει, να επικοινωνήσει.
Ν.Ν.: Είναι δεσμά που πρέπει να σπάσεις. Δεν είναι εύκολο, πρέπει να περάσεις μεγάλη διαδικασία αμφισβήτησης προκειμένου να εξελιχθείς σαν άνθρωπος. Να τραβήξεις το δρόμο σου μόνος σου. Για μένα η ρήξη είναι ευχής έργο. Βέβαια κατάλοιπα πάντα υπάρχουν. Μεγαλώνοντας εγώ ας πούμε συνειδητοποιώ πως μοιάζω πάρα πολύ στη μαμά μου, σε πράγματα που δεν θέλω. Εκεί χρειάζεται άλλη δουλειά ο καθένας με τον εαυτό του: Τι τα κάνεις αυτά που μένουν, πώς μπορείς να πορευτείς με ή χωρίς αυτά.
ελc: Κι όμως, διαβάζω ότι με τις δυσκολίες τώρα ο Έλληνας στρέφεται περισσότερο προς την οικογένεια, είτε για οικονομία είτε για παρηγοριά.Ν.Ν.: Είναι οξύμωρο να λέμε ότι τώρα στρέφεται, γιατί ο Έλληνας πάντα το είχε το δέσιμο αυτό, ποτέ δεν είχε ξεφύγει απ’ την οικογένεια. Ίσως ακούγεται λίγο καχύποπτο, αλλά νομίζω ότι είναι μόνο για οικονομικούς λόγους ανάγκης, επιβίωσης.
Δ.Α.: Έχω την αίσθηση ότι πάμε προς τα πίσω, κι εκεί η οικογένεια έχει παίξει ΤΟΝ καθοριστικό ρόλο. Επαναπαύεσαι σε ένα εύκολο μαξιλάρι. Και τελικά αυτό που σου περνάνε είναι ένα κακέκτυπο του ίδιου του εαυτού τους
ελc: Η ταινία σου δείχνει την παρακμή μιας κοινωνίας, συνέπεσε ουσιαστικά με την τωρινή μας κατάσταση. Δ.Α.: Την ετοιμάζω καιρό τώρα, οπότε ως ένα σημείο είναι χρονική σύμπτωση, αλλά στο χώρο της τέχνης λειτουργεί κανείς διαισθητικά. Ενδεικτικά το ‘93 έκανα την πρώτη ταινία μικρού μήκους «Φιλοσοφία»: Οι πόλεμοι στα βαλκάνια επεκτείνονται, η οικονομία καταρρέει, ο πρόεδρος κηρύσσει πτώχευση και βγαίνει σε ένα διάγγελμα και λέει η μόνη δραστηριότητα που μας απέμεινε είναι η φιλοσοφία. Τότε είχε πάρει βραβείο φανταστικού σινεμά στη Δράμα. Σήμερα είναι πραγματικό. Μέσα από τις ταινίες αγγίζεις κάποια πράγματα με πιο βαθιές ρίζες κι όχι απαραίτητα του σήμερα. Την απλή καταγραφή της πραγματικότητας θα την κάνει κάποιος άλλος, όχι η τέχνη που μετουσιώνει, πάει σε άλλο επίπεδο
ελc: Ενοχές, φόβο με την κρίση έχετε;Ν.Ν.: Φόβο για τη μελλοντική κατάσταση σίγουρα. Όχι τόσο όσο θέλουν - η τρομοκρατία των ΜΜΕ είναι φοβερή, και μόνο τίτλους να διαβάζεις θες να αυτοκτονήσεις! Η αλλαγή θα είναι επίπονη και θα μας κοστίσει πολύ. Ενοχή δεν έχω, θεωρώ όμως ότι η ευθύνη της γενιάς μου είναι ότι για χρόνια μέναμε αδιάφοροι και αυτό ήταν τρόπος ζωής. Τώρα επιβάλλεται να ενημερωνόμαστε και να ασχολούμαστε με το τι γίνεται γύρω μας.
Δ.Α.: Δεν μπορεί να ανακαλύπτεις ξαφνικά μια κρίση στα καλά καθούμενα. Απλώς δεν ήθελες να τη δεις εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Γύριζες αλλού το βλέμμα Εγώ γενικά είμαι βαθιά αισιόδοξος, καμιά φορά μπορεί να είναι κι επικίνδυνο αυτό. Έχω βάλει σαν πρώτη αξία τον χρόνο και συνειδητοποιώ ότι ζω απίστευτα πλουσιοπάροχα και άνετα, γιατί έχω τον χρόνο μου και τον ζω όπως θέλω. Αλλά θέλω να πιστεύω ότι είναι μια ευκαιρία για ν’ αλλάξουν τα πάντα, τουλάχιστον να κριθούν από την αρχή. Φοβάμαι ότι το πρόβλημά μας είναι πολύ παλιό, γιατί και η αίσθηση που έχουμε για την ιστορία μας, μετά την αρχαιότητα, είναι ίσως πλαστά φτιαγμένη για να μας χαϊδέψει. Σαν λαός είμαστε βαθύτατα κομπλεξικοί και αλλοτριωμένοι, ντρεπόμαστε να χρησιμοποιήσουμε ακόμα και τη γλώσσα μας.
ελc: Η Νικολίτσα στην ταινία υποδύεται την Ιρίνα που κατά κάποιο τρόπο συνδέει τις ιστορίες μεταξύ τους. Πώς έγινε η επιλογή;Δ.Α.: Είναι ωραίο το πώς έγινε. Είναι από αυτές τις μαγικές συμπτώσεις, μια υπόγεια αίσθηση που σε φέρνει σε επαφή με κάποιον και νιώθεις ότι όλα πάνε καλά. Την είχα δει σε μια ταινία λίγο underground που ελάχιστοι την είχαν προσέξει. Ήταν κάτι εντελώς διαφορετικό σαν εικόνα, σαν ρόλος, αλλά μου είχε κάνει εντύπωση. Αν δεν την έβρισκα στο casting θα την αναζητούσα και μόνος μου. Η Νικολίτσα έχει κάτι πολύ κινηματογραφικό, μια πολύ έντονη αίσθηση και αυτό βέβαια είναι το βλέμμα της.
Ν.: Ναι, αυτό έχει πλάκα. Γιατί κι εγώ όταν είδα το casting είπα ότι αυτό έχει ενδιαφέρον, μην το χάσω με τίποτε. Έφυγα σκαστή από τη δουλειά για να μην το χάσω. Γινόταν της τρελής, είχε άπειρο κόσμο, θα έπρεπε να περιμένω κάνα δυο ώρες και είπα «παιδιά σας παρακαλώ, δέκα λεπτά γιατί έχω δουλειά», άφησα το βιογραφικό και έφυγα.
ελc: Τι σε γοήτευσε στο ρόλο της Ιρίνα;Ν.Ν.: Ότι γεννήθηκε σε εντελώς αντίξοες συνθήκες, κανένα ενδεχόμενο αισιοδοξίας για τη ζωή της, δε σταματά όμως ούτε λεπτό ν’ αγωνίζεται. Έχει κρατήσει ένα κομμάτι της φωτεινό σε σχέση με το πώς ζει - και ονειρεύεται ακόμα! Το έχει κρατήσει ατόφιο αυτό, δεν το έχει μολύνει, δεν παραιτείται ποτέ.
Δ.Α.: Οι γυναίκες στην ταινία δεν παραιτούνται ούτε από τα στοιχειώδη, ούτε από το όνειρο. Έτσι και στην πραγματικότητα. Επιμένουν να αγωνίζονται από μια χειρότερη και πολύ δύσκολη θέση. Οι άντρες συμβιβάζονται πιο γρήγορα, ενώ τα πράγματα δεν είναι τόσο αυστηρά γι’ αυτούς. Ο ρόλος, η ζωή, οι επιλογές της γυναίκας σήμερα είναι απείρως πιο δύσκολα. Γι΄ αυτό διάλεξα ηρωίδες-γυναίκες. Δεν υπάρχει κάτι πια που η κοινωνία δεν θωρεί προαπαιτούμενο, που να τους το χαρίζει: Να είναι ωραίες, έξυπνες, ικανές, να βγάζουν λεφτά, να στέκουν μόνες τους... Στην ταινία η συμπεριφορά των αντρών πληγώνει τις γυναίκες. Μια κοπέλα πχ πρόκειται να παντρευτεί και ο γαμπρός κάνει σεξ με μια ρωσίδα που του φέρνουν στο bachelor party. Λες έλα μωρέ, δεν είναι λόγος να το διαλύσει. Αν το έκανε όμως η γυναίκα τι θα γινόταν; Θα ήταν έτσι απλά; Σχεδόν είναι αποδεκτά αυτά!
ελc: Η ταινία έχει έντονες σκηνές σεξ κι είχα πάντα την απορία πώς νιώθει ο ηθοποιός αλλά και οι δικοί του άνθρωποι με αυτές;Ν.Ν.: Από τη στιγμή που γυρίζεις κάτι, δεν υπάρχουν δύσκολα και εύκολα. Επιφανειακά μπορείς να πεις ότι μια τέτοια σκηνή είναι πιο δύσκολη από το να κάτσεις σε ένα τραπέζι με έναν απλό διάλογο. Αλλά το αντιμετωπίζεις χωρίς πολλές σκέψεις, αλλιώς δεν πρόκειται ποτέ να είσαι χαλαρός! Τυχαίνει και με τους συναδέλφους μου να έχω πολύ καλή σχέση, είχαμε κάνει πρόβες, είχαμε μιλήσει πολύ με τον Δημήτρη, κι έτσι αισθανόμουν άνετα. Οι σκηνές που φοβόμουν ήταν άλλες. Τώρα για το πώς νιώθουν οι άλλοι, δεν ξέρω. Πάντως η μαμά μου δεν το έχει δει ακόμα, της έχω μόνο πει 2-3 πράγματα…
Δ.Α.: Ναι, είναι όντως περίεργο. Έχει συμβεί και σε μένα, αλλά κυρίως με ηθοποιό που αλλάζει τελείως συμπεριφορά γιατί έχει δεχθεί μια πίεση, ζήλεια από τρίτο πρόσωπο. Πάντως οι θεωρητικά πιο απλές σκηνές είναι πιο δύσκολες - δεν κάνεις κάτι, αλλά κοιτάζεσαι με τον άλλον. Το κλειδί είναι το ιδίωμα του κινηματογραφικού ηθοποιού, ο ψυχισμός που βλέπω στο βλέμμα του και η Νικολίτσα όπως είπαμε το έχει αυτό σαν αίσθηση, όπως και τα άλλα δύο κορίτσια. Αυτό είναι κάτι δυσεύρετο. Οι σπουδές στις δραματικές σχολές δεν περιλαμβάνουν την κινηματογραφική παιδεία. Θα έπρεπε όμως. Είναι μεγάλη η δύναμη του σινεμά, βάζει έναν μεγεθυντικό φακό πάνω στον ηθοποιό και εκείνος έχει τεράστια δύναμη πάνω στο κοινό, γράφει άμα τη εμφανίσει του, χωρίς να μιλήσει καν.
ελc: Υπάρχει αυτοβιογραφικό στοιχείο στα έργα σου; Μου έρχεται στο νου το «Αντίο Βερολίνο», με τον σκηνοθέτη που έρχεται στην Ελλάδα και μπλέκει!
Δ.Α.: Ήταν ένα αυτοσαρκαστικό σχόλιο για κάποιον που έχει όνειρα, σχέδια, θέλει να κάνει σινεμά. Στη δε αίθουσα που έδειχνε, το Alcazar που δεν υπάρχει πλέον, πήγαινα από μικρός - εκεί είχα δει τον «Κομφορμίστα», την ταινία που με έκανε ν’ ασχοληθώ με το σινεμά. Ξεκινούσα κι εγώ από το μηδέν, ήμουν outsider, αλεξιπτωτιστής. Και, ξέρεις, δεν είναι εύκολο ούτε προφανές να μπεις στο χώρο του σινεμά, δε σε περιμένουν με ανοικτές αγκάλες. Είναι δύσκολο, αλλά τελικά νομίζω ότι αυτό το μοντέλο που πλάσαρα, του ανεξάρτητου κινηματογραφιστή, θα γίνει σχεδόν ανάγκη για τους περισσότερους.
http://www.elculture.gr/Articles/ElcMAG/athanitis-3-meres-eftihias/fullstory.php?id=44075